Ο Άρης Κωνσταντινίδης ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Μελέτησε και αξιοποίησε στοιχεία της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής ως προς τη χωρική λειτουργία, χωρίς να παραμένει προσκολλημένος στο παρελθόν και στη μορφή των παραδοσιακών οικοδομημάτων, και δημιούργησε κτίρια με ανεξίτηλα και διακριτά χαρακτηριστικά που συνθέτουν το δικό του, προσωπικό ύφος.
«Τα ταξίδια μού άνοιξαν πιο πολύ το μυαλό και με μπάσαν ανόθευτα στον κόσμο της τέχνης που σπούδαζα», έχει πει ο ίδιος. Έχτιζε τα οικοδομήματά του με μέτρο τον άνθρωπο, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση των έργων του, με κριτήριο τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής όσων έμεναν και εργάζονταν σε αυτά. Τα κτίριά του ενσωματώνονται στο φυσικό περιβάλλον και διέπονται από σεβασμό προς τον άνθρωπο και τη φύση. «Για μένα εργοδότης μου ήταν η ζωή. Όλοι οι άνθρωποι με τις κοινές και κύριες ανάγκες τους και όχι ο κάποιος πελάτης που θα όφειλα να ικανοποιώ τις προσωπικές του ιδιοτροπίες», λέει σε συνέντευξή του.
Βασικό μέλημα του Άρη Κωνσταντινίδη ήταν η δημιουργία μιας σύγχρονης αρχιτεκτονικής, που να συσχετίζεται με τις ανάγκες και την παράδοση του τόπου του. Αυτός ήταν και ο λόγος που ταξίδεψε στην Ελλάδα, κυρίως στις Κυκλάδες και στην Πελοπόννησο, για να ανακαλύψει αυτό που ονομάζεται «ανώνυμη αρχιτεκτονική», δηλαδή «πώς φτιάχνουν οι απλοί άνθρωποι τα σπίτια τους». Από τα ταξίδια του αυτά προέκυψαν τρία βιβλία, στα οποία αναφέρεται λεπτομερώς σε συγκεκριμένα παραδείγματα ανώνυμης αρχιτεκτονικής.
Βασική παραδοχή που όριζε το έργο του είναι ότι ο άνθρωπος «θέλει να μένει όχι μόνο μέσα αλλά και έξω από το σπίτι». Γι΄αυτό τα κτίριά του χαρακτηρίζονται από στοιχεία όπως το αίθριο, τα μεγάλα ανοίγματα και η προσεκτικά μελετημένη σχέση ανάμεσα στους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους. Εμπνευσμένος από την ανώνυμη αρχιτεκτονική ακολουθεί λιτές γραμμές. Χρησιμοποιεί δάπεδα από απλές πλάκες, με όσο το δυνατόν λιγότερα σοβατίσματα, πέτρα, διαμπερείς αερισμούς στα δωμάτια, που περιορίζουν τη χρήση κλιματισμού, εμφανές μπετόν και αρμονικούς όγκους.
Οι ιδέες του για την ανώνυμη αρχιτεκτονική βρίσκουν υλοποίηση στην κατασκευή μιας σειράς ξενοδοχείων του ΕΟΤ, τα γνωστά «Ξενία», που οικοδομήθηκαν στο πλαίσιο ενός κρατικού προγράμματος που τέθηκε σε λειτουργία από το 1953 ως το 1967 (διακόπηκε από τη χουντική κυβέρνηση), με στόχο την ανάπτυξη του τουρισμού, μέσω της ανάδειξης της φυσικής ομορφιάς της χώρας.
Το 1958 χτίστηκε το πρώτο Ξενία στην Άνδρο, που θεωρήθηκε τομή στον νεοελληνικό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα της αρχιτεκτονικής του Κωνσταντινίδη είναι τα Ξενία της Μυκόνου (1960) και της Καλαμπάκας (1960), όπου ο αρχιτέκτονας αναδεικνύει διακριτικά, και ταυτόχρονα ενσωματώνει, το φυσικό τοπίο.
Στα Ξενία του Κωνσταντινίδη είναι εμφανείς οι επιρροές της ανώνυμης αρχιτεκτονικής. Κεντρικά χαρακτηριστικά των ξενοδοχείων του ήταν η άνεση, η λειτουργικότητα και η εύκολη μετακίνηση στους διάφορους χώρους της ξενοδοχειακής μονάδας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1913. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου και πήρε το δίπλωμά του το 1936. Μετά τις σπουδές του επέστρεψε στην Αθήνα και εργάστηκε στην Πολεοδομική Υπηρεσία της Διοικήσεως Πρωτευούσης (1938-1942) και στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων (1942-1950). Διετέλεσε προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μελετών του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (1955-1957) και προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μελετών του ΕΟΤ (1958-1967), στον οποίο επανήλθε αργότερα ως ειδικός σύμβουλος (1975-78).
Δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης (1968-70). Αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ΑΠΘ και αντεπιστέλλον μέλος της Βαυαρικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου (1985). Το 1990 η Αυστριακή Ακαδημία του απένειμε το διεθνές βραβείο «Herder». Το πλούσιο αρχιτεκτονικό του έργο παρουσιάστηκε σε αρκετές εκθέσεις, βιβλία και περιοδικά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έγραψε πολυάριθμα άρθρα και βιβλία, ενώ ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη φωτογραφία. Πέθανε στην Αθήνα το 1993.
Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα του Μουσείου Μπενάκη και το βιβλίο του Άρη Κωνσταντινίδη «Η αρχιτεκτονική της αρχιτεκτονικής», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Αθήνα 2013.
© 2023 Alumini. All rights reserved.
Developed & Designed by Energy Marketing